нагло - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

нагло - translation to ρωσικά


нагло      
effrontément, avec arrogance; cniquement ( цинично )
вести себя нагло - se conduire effrontément
наглый      
insolent, impertinent; impudent, effronté ( бесстыдный )
наглый взгляд - regard insolent
наглая ложь - mensonge impudent
наглый враг - ennemi effronté
ehonté      
{ adj } ({ fém } - ehontée)
бесстыдный, наглый
mensonge ehonté — наглая ложь

Ορισμός

нагло
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: наглый.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για нагло
1. А ухаживал господин Лоськов порой нагло – да, именно нагло!
2. Они, и родители, и дети, ведут себя не просто нагло, а вызывающе нагло.
3. Почему, спрашивается, "Крокус" ведёт себя так нагло?
4. Алексея Денисова нагло использовали в пиаре власти.
5. Новые элитные многоэтажки возводят нагло и безнаказанно.